Πώς να προφέρετε τη λέξη afford

afford

Noun
American
/əˈfɔrd/

ανάλυση συλλαβής

af ford

Πώς οι φυσικοί ομιλητές λένε τη λέξη afford

British
/əˈfɔːd/

ανάλυση συλλαβής

af ford

Πώς οι φυσικοί ομιλητές λένε τη λέξη afford

Οδηγός Προφοράς στα Αμερικανικά

βήματα προφοράς

  • Προφέρετε το αδύναμο φωνήεν /ə/, σαν το "ε" στο "ανα".

  • Προφέρετε το 'φο' σαν την ελληνική λέξη "φορ".

  • Τελειώστε με το ήχο 'ντ', όπως το σώμα λέξης "σκόντα".

συνηθισμένα λάθη

  • af-ferd

  • a-ford

  • aford

Οδηγός Προφοράς στα Βρετανικά

βήματα προφοράς

  • same as American

  • same as American

  • same as American

συνηθισμένα λάθη

  • same as American

  • same as American

  • same as American

Συχνές Ερωτήσεις

Ποια είναι η θέση της γλώσσας για το /f/;

Η γλώσσα να ακουμπά ελαφρώς τα πάνω δόντια.

Πώς να κάνω το /ɔ/ ήχο;

Τα χείλη πρέπει να είναι στρογγυλεμένα αλλά ελαφρώς ανοικτά.

Ποια συλλαβή έχει το στρες;

Η δεύτερη συλλαβή έχει το στρες.

ορισμός

afford

Έχω αρκετά χρήματα για να αγοράσω κάτι.

οικογένεια λέξεων

affordable

/əˈfɔrdəbəl/

adj

Προσιτό οικονομικά

Example: The book is affordable.

affording

/əˈfɔrdɪŋ/

verb

Έχω αρκετά για να το επιτρέψω

Example: I am affording this.

unaffordable

/ˌʌnəˈfɔrdəbəl/

adj

Μη προσιτό οικονομικά

Example: This item is unaffordable.

Βασικές Διαφορές Προφοράς

Προστίθεται η κατάληξη -able στον affordable.

Η κατάληξη -ing στο affording.

Το πρόθεμα un- στο unaffordable.

Επαγγελματικές Συμβουλές

Άκουσε τους φυσικούς ομιλητές

Ακούστε τις λέξεις στο λεξικό ή σε βίντεο για να μάθετε τη σωστή προφορά.

Χρησιμοποίησε καθρέφτη

Παρακολούθησε την κίνηση των χειλιών σου μπροστά από καθρέφτη για να βελτιώσεις την προφορά σου.

Γειτονικές λέξεις

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις που έχουν ηχητικές ομοιότητες με το Afford

abroad

/əˈbrɔd/

accelerate

/əkˈsɛləˌreɪt/

accident

/ˈæksɪdənt/

accommodate

/əˈkɑːməˌdeɪt/

accompany

/əˈkʌmpəni/

accomplish

/əˈkɑːm.plɪʃ/

airline

/ˈɛrˌlaɪn/

along

/əˈlɔːŋ/

Άλλες κατηγορίες

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις εντός άλλων κατηγοριών

adjoin