Πώς να προφέρετε τη λέξη holiday

holiday

Noun
American
ˈhɑːləˌdeɪ

ανάλυση συλλαβών

hol i day

Πώς λένε οι ντόπιοι τη λέξη holiday

British
ˈhɒlɪdeɪ

ανάλυση συλλαβών

hol i day

Πώς λένε οι ντόπιοι τη λέξη holiday

Οδηγός Προφοράς στην Αμερικανική Αγγλική

βήματα προφοράς

  • Ξεκινήστε με το 'hol' όπως στο 'hole' αλλά με πιο χαλαρό 'o'.

  • Προφέρετε το 'i' σαν ένα σύντομο και ελαφρύ 'ι'.

  • Ολοκληρώστε με το 'day', που ακούγεται όπως 'day' στα Αγγλικά.

κοινά λάθη

  • hol-ee-day

  • haw-li-day

  • ha-leh-day

Οδηγός Προφοράς στη Βρετανική Αγγλική

βήματα προφοράς

  • Ξεκινήστε με το 'hol', προφέροντας το 'o' όπως στο ελληνικό 'ο'.

  • Το 'i' είναι σύντομο και περιστασιακά σχεδόν σιωπηλό.

  • Ολοκληρώστε με το 'day', όπως ακριβώς λέγεται στα Αγγλικά.

κοινά λάθη

  • hol-ee-day

  • haw-li-day

  • ha-leh-day

Συχνές Ερωτήσεις

Πώς προφέρεται το 'hol' στην Αμερικανική προφορά;

Σαν το 'hole' αλλά με πιο χαλαρό 'o'.

Γιατί το 'i' είναι σχεδόν σιωπηλό στα Βρετανικά Αγγλικά;

Είναι σύντομο και συχνά δεν αναδεικνύεται.

Τι λάθη γίνονται συχνά στην προφορά;

Η προφορά 'hol-ee-day' είναι ένα κοινό λάθος.

ορισμός

holiday

Περίοδος ξεκούρασης ή ταξιδιού.

οικογένεια λέξεων

holidaying

ˈhɒlɪdeɪɪŋ

verb

Κάνοντας διακοπές

Example: They are holidaying in Spain.

holidays

ˈhɒlɪdeɪz

noun

Πληθυντικός των διακοπών

Example: Summer holidays are fun.

holidaymaker

ˈhɒlɪdeɪˌmeɪkər

noun

Άτομο που κάνει διακοπές

Example: The hotel is full of holidaymakers.

Βασικές Διαφορές στην Προφορά

Η λήξη του 'holiday' είναι διαφορετική από το 'holidaying'.

Η προφορά του 'holidays' περιλαμβάνει ένα τονισμένο 'z'.

Το 'holidaymaker' έχει τρία μέρη - το 'make' τονίζεται.

Συμβουλές Ειδικών

Διαχωρίστε τις συλλαβές

Εξασκηθείτε στο να λέτε κάθε συλλαβή ξεχωριστά πριν ενώσετε τη λέξη.

Ακούστε παραδείγματα

Ακούστε πώς οι ντόπιοι προφέρουν την λέξη στο διαδίκτυο.

Γειτονικές λέξεις

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις που έχουν ηχητικές ομοιότητες με τη λέξη 'διακοπές'.

abroad

/əˈbrɔd/

accelerate

/əkˈsɛləˌreɪt/

accident

/ˈæksɪdənt/

accommodate

/əˈkɑːməˌdeɪt/

accompany

/əˈkʌmpəni/

accomplish

/əˈkɑːm.plɪʃ/

afford

/əˈfɔrd/

airline

/ˈɛrˌlaɪn/

Άλλες κατηγορίες

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις άλλων κατηγοριών.

adjoin

ability

agenda