Πώς να προφέρετε την αγγλική λέξη 'year'

year

Noun
American
jɪr

ανάλυση συλλαβών

year

Πώς λένε οι φυσικοί ομιλητές τη λέξη 'year'

British
jɪə

ανάλυση συλλαβών

year

Πώς λένε οι φυσικοί ομιλητές τη λέξη 'year'

Οδηγός Προφοράς στα Αμερικανικά

βήματα προφοράς

  • Ξεκινήστε με τον ήχο 'y' (σαν το 'γ' στα ελληνικά).

  • Προχωρήστε στον ήχο 'ɪ', σαν το 'ι' στα ελληνικά.

  • Ολοκληρώστε με τον ήχο 'r', φροντίζοντας να σηκώνετε λίγο τη γλώσσα σας προς τον ουρανίσκο.

συχνά λάθη

  • ye-er

  • yee-ar

  • yee-er

Οδηγός Προφοράς στα Βρετανικά

βήματα προφοράς

  • same as American

  • same as American

  • Ολοκληρώστε με τον ήχο 'ə', σαν αχνό 'ε' στα ελληνικά.

συχνά λάθη

  • same as American

  • same as American

  • year-ar

Συχνές Ερωτήσεις

Γιατί είναι δύσκολο να προφέρω τον ήχο 'r';

Ο ήχος 'r' στα Αγγλικά απαιτεί διαφορετική τοποθέτηση της γλώσσας απ' ό,τι στα Ελληνικά.

Πώς μπορώ να εξασκηθώ στον ήχο 'ɪ';

Εξασκηθείτε λέγοντας μικρές λέξεις όπως 'sit' και 'bit' για να βελτιώσετε τον ήχο.

Υπάρχει διαφορά στην προφορά 'year' μεταξύ Αμερικάνικων και Βρετανικών Αγγλικών;

Ναι, στο τελικό ήχο. Οι Αμερικανοί χρησιμοποιούν τον 'r', ενώ οι Βρετανοί χρησιμοποιούν έναν μαλακό 'ə'.

ορισμός

year

Μία χρονική περίοδος δώδεκα μηνών.

οικογένεια λέξεων

yearly

ˈjɪrli

adjective

κάτι που γίνεται κάθε χρόνο

Example: It is a yearly tradition.

years

jɪrz

noun

πληθυντικός αριθμός της λέξης 'year'

Example: They lived there for many years.

yearlong

ˈjɪrˌlɔŋ

adjective

που διαρκεί ένα ολόκληρο έτος

Example: It was a yearlong project.

Κύριες Διαφορές Προφοράς

Το 'yearly' έχει τον ήχο 'li', που προσθέτει συλλαβή.

Η λέξη 'years' προσθέτει το 'z' στο τέλος.

Το 'yearlong' έχει τον ήχο 'lɔŋ'.

Συμβουλές Ειδικών

Συμβουλή προφοράς 'r'

Κρατήστε τη γλώσσα σας ελαφρώς προς τα πίσω και πάνω για έναν καθαρό 'r' ήχο.

Συμβουλή για τον ήχο 'j'

Ξεκινήστε με το 'γ' και προσαρμόστε απαλά για να γίνει 'y'.

Κοντινές λέξεις

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις που έχουν ηχητικές ομοιότητες με το έτος

agenda

/əˈdʒɛn.də/

amend

/əˈmɛnd/

anniversary

/ˌænɪˈvɜrsəri/

attend

/əˈtɛnd/

authorize

/ˈɔθəˌraɪz/

beforehand

/bɪˈfɔːrhænd/

center

/ˈsɛn.tɚ/

chronicle

/ˈkrɑːnɪkl̩/

Άλλες κατηγορίες

Δοκιμάστε την προφορά σας σε λέξεις από άλλες κατηγορίες

adjoin

abroad

ability